Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 26, 2008

... ανεβαίνοντας στον Μύτικα...(final edition)

#1
Ακόμα λίγο ήθελε… δεν θα αργούσε πολύ ακόμα. Ήτανε μπρος του, την έβλεπε και όσο πιο πολύ πλησίαζε τόσο πιο πολύ αδημονούσε.

Η καρδιά του χτυπούσε τόσο δυνατά που θαρρούσε ότι την άκουγαν όλοι τριγύρω του. Η ανάσα βαριά αλλά σταθερή. Ο ιδρώτας είχε κιόλας λούσει τα μαλλιά του και τα απομεινάρια του κυλούσαν αργά - αργά στην κάθοδο του κορμιού του. Οι παλάμες ιδρωμένες και αυτές, γλιστρούσαν στο άγγιγμα των βράχων.

Όλες οι αισθήσεις του βρίσκονταν σε κατάσταση συναγερμού. Ό,τι μπορούσε να δει, ό,τι μπορούσε να ακούσει, ό,τι μπορούσε να οσμιστεί, ό,τι μπορούσε να αγγίξει… να τα αποθηκεύσει και να τα κρατήσει στη μνήμη του όσο περισσότερο μπορούσε …

Τόσοι είχαν φύγει από εδώ… όμως εκείνος συνέχιζε. Δεν χωρούσαν τέτοιες σκέψεις στο μυαλό του. Αυτή την πρώτη φορά είχε τη σιγουρότητα ότι θα φτάσει, ότι θα τα καταφέρει. Το χρωστούσε εξάλλου στον εαυτό του… Όχι εκείνη την ημέρα λοιπόν, όχι ακόμα.

Το βλέμμα καθάριο, ζωντανό, ορθάνοιχτο. Όλα αυτά που αντίκριζε ήταν μοναδικά. Σε κάθε ανοιγόκλειμα των ματιών του, φυλάκιζε και από μια εικόνα… μια εικόνα μοναδική, ανεπανάληπτη, καμιά φορά ακόμα και ασύλληπτη.
Και ο ορίζοντας… τόσο μακριά μα και τόσο κοντά ταυτόχρονα.
Με ένα τέντωμα του χεριού του, είχε την αίσθηση ότι θα άγγιζε το σύννεφο. Την άκρη του ουρανού ακόμα. Ίσως να άγγιζε και τον ήλιο.
Τόσο ψηλά λοιπόν, εκεί απ΄ όπου κάποτε κατοικούσαν και βασίλευαν οι θεοί…
#1


Ημέρα Πρώτη:



Αναχωρώντας από τη πόλη μας νωρίς το πρωί της Παρασκευής 4ης Ιουλίου του σωτήριου έτους 2008 και έπειτα από αρκετές στάσεις για ξεκούραση και φαγητό, φτάσαμε το καταμεσήμερο και με μια θερμοκρασία να πλησιάζει τους 35 βαθμούς στα Πριόνια. Τα Πριόνια αποτελούν το τέρμα του οδικού δικτύου από Λιτόχωρο Πιερίας προς τα ριζά πια του Ολύμπου.

Στις τρείς και μισή και φορτωμένοι με τον εξοπλισμό μας ξεκινήσαμε τη διαδρομή από το, γνωστό για όσους έχουν επισκεφτεί την τοποθεσία, ξύλινο γεφυράκι…








Προχωρώντας λίγο αργότερα μέσα από το «μονοπάτι της σιωπής», δεν μπορείς παρά και ο ίδιος να σωπαίνεις, να ρουφάς την κάθε εικόνα και να αφουγκράζεσαι.

Να ανεβαίνεις και να χαιρετάς το πλήθος των επισκεπτών, πεζοπόρων, ορειβατών και αναρριχητών που ανεβοκατεβαίνουν στο μονοπάτι, ενώ αρχίζεις πια να προσμένεις και εσύ ο ίδιος την άφιξη – σε πρώτο χρόνο - στο καταφύγιο.

Η ανάβαση αρχίζει να αλλάζει μορφή. Από ένα πλούσιο δάσος με περισσή σκιά,









σε ένα τοπίο λίγο πιο γυμνό, πιο άγριο, πιο δροσερό. Τα δέντρα που συναντάμε είναι
πλέον κωνοφόρα: έλατα, μαύρη πεύκη και ρόμπολα. Μαρτυρούν και αυτά με τη σειρά τους το υψόμετρο. Στο μονοπάτι μας διάχυτη η μυρωδιά του τσαγιού.






Σε μερικά σημεία οι αγριοφράουλες σου προσφέρουν τη δική τους αγνή, αυθεντική γεύση, νοστιμιά και μυρωδιά…

Ο θόρυβος από τα κουδούνια των μουλαριών, που ανεφοδιάζουν με λογιών – λογιών προμήθειες το καταφύγιο, ακούγεται όλο και πιο κοντινός. Σε λίγη ώρα θα κάνουμε στην άκρη για να μας προσπεράσουν. Και κάπου εκεί κοντά, να και μια αγριοτριανταφυλλιά!







Χρειάστηκαν 3 ώρες για να αντικρίσουμε την είσοδο του καταφυγίου «Σπήλιος Αγαπητός».

Η υψομετρική μας διαφορά από τα Πριόνια (1.100 μ.) άγγιξε τα 1000 μέτρα. Δεν μπορείς παρά να νιώσεις ανακούφιση βλέποντάς το. Η τελευταία ώρα ήταν ιδιαίτερα επίπονη, δεδομένου και της πολύωρης πρωινής μας οδικής διαδρομής που ήρθε να προσθέσει επιπλέον κούραση.

Στον εξωτερικό προαύλιο χώρο του καταφυγίου κόσμος πολύς (διαφόρων ηλικιακών βαθμίδων), κουβεντιάζει χαλαρά στα ξύλινα παγκάκια του. Η τακτοποίηση στους κοιτώνες του καταφυγίου άργησε λιγάκι να γίνει, αφού η ομάδα μας κατά τη διάρκεια της ανάβασης χωρίστηκε σε τρία μέρη, ανάλογα με τις αντοχές και τις δυνάμεις των ορειβατών. Στο εντωμεταξύ, η καθυστέρηση αυτή αποτέλεσε ταυτόχρονα και μια θαυμάσια ευκαιρία για να απολαύσεις το τοπίο από τα 2.100 μ. Κοιτώντας ψηλά... προς την κορυφή και χαμηλά... προς το Λιτόχωρο







Δεν ήταν πολύ ώρα που είχαμε τελειώσει το φαγητό μας, όταν τα σύννεφα έπεσαν πολύ γρήγορα και χαμηλά και...







τα πρώτα μπουμπουνητά μαρτυρούσαν τη συνέχεια. Μέχρι και χαλάζι έπεσε! Έτσι μαζευτήκαμε στο κύριο μέρος του καταφυγίου. Το τζάκι άναψε, ναι! κι ας ήμασταν στη μέση του καλοκαιριού. Ζεστάθηκε και το μικρότερό μας κοκαλάκι και ήταν υπέροχα. Αφού κουβεντιάσαμε με τον αρχηγό της ομάδας τις τελευταίες λεπτομέρειες για την επόμενη ανάβαση στις κορφές του Ολύμπου, τακτοποιηθήκαμε στις κουκέτες μας. Ώρα 10 το βράδυ. Τα φώτα κλείνουν. Τα ματόκλαδα επίσης. Το κορμί μέσα στον υπνόσακο χαλαρώνει και αφήνεται στην αγκαλιά του Μορφέα…¨

«Αύριο λοιπόν…»

2#


Ημέρα Δεύτερη (Σάββατο):

Δεν είχε προλάβει να ξημερώσει, τα φώτα δεν είχαν ανοίξει και όλοι σιγά - σιγά ξυπνούσαμε από τον βραδινό μας ύπνο. Έμεινα μέσα στον υπνόσακό μου για λίγη ακόμη ώρα…


«Σήμερα λοιπόν…»

Σίγουρα δεν το είχα φανταστεί ποτέ μου ότι θα έφτανε μια μέρα που θα «κατακτούσα»… όχι απλά μια κορυφή, αυτή την κορυφή… αλλά κάτι άλλο πιο βαθύ... μια υπόσχεση στον εαυτό μου.

Σάββατο πρωί ξημέρωμα, χάραμα στις 6.


Η κουζίνα άνοιξε και με θέα το Λιτόχωρο και την υπέροχη αυτή ανατολή, πήρα το πρωινό μου με τσάι και ψωμάκι με μέλι. Λίγη ώρα αργότερα, ήμασταν όλοι συγκεντρωμένου και έτοιμοι να περάσουμε ολόκληρη τη μέρα μας στο ψηλότερο βουνό της Ελλάδας, στο βουνό που κάποτε κατοικούσαν οι θεοί. Στον Όλυμπο.









Ώρα επτά πρωινή και ο ουρανός καθαρός. Ούτε ένα παραμικρό συννεφάκι.
Καλό σημάδι, αν και μία υποψία ότι κάτι μπορεί να
πήγαινε στραβά υπήρχε.
Στο βουνό και ιδιαίτερα σε τέτοιο υψόμετρο
ο καιρός μπορεί να αλλάξει γρήγορα.
Απόδειξη ήταν η χθεσινοβραδινή μπόρα.

Ένας – ένας ξεκινήσαμε. Στη σειρά. Με τις φωτογραφικές μηχανές έτοιμες, να μαζέψουμε ότι μπορούσε ο καθένας. Να θυμόμαστε…

Ανεβήκαμε από τη διαδρομή της Μεσοράχης.
Ένα δροσερό αεράκι μας συνόδευε σε όλη τη διαδρομή.
Τα δέντρα άρχισαν να σπανίζουν. Το τοπίο χαρακτηρίζεται πλέον αλπικό.


Όσο ανεβαίναμε και με το βλέμμα σχεδόν πάντοτε στραμμένο προς το Μύτικα,
η αγωνία κορυφωνόταν. Κάναμε μια στάση εκεί που το μονοπάτι χώριζε αριστερά για την κορυφή Άγ. Αντώνιος ( μ.) και δεξιά συνέχιζε η διαδρομή για τη Σκάλα ( 2.882 μ.). Από την ομάδα μας κανένας δεν θα πήγαινε για Άγ. Αντώνιο και έτσι ακολουθήσαμε το μονοπάτι που οδηγούσε στην κορυφή της Σκάλας.

Αρκετά ανηφορικό, κατ’ ουσία βέβαια μόνο ανηφορικό, το τελευταίο κομμάτι της διαδρομής. Η κούραση άρχισε να κάνει πια αισθητή την παρουσία της. Μα η μέρα όμως ήταν φανταστική και αυτό από μόνο του σου έδινε κουράγιο για να ανέβεις ακόμα λίγο πιο πάνω…










Φτάσαμε στη Σκάλα μετά από 2 ώρες και κάτι.


Μια καταπληκτική τοποθεσία, αφού γυρνώντας το βλέμμα σου περιστροφικά μόνο άφωνος μπορείς να μείνεις
και αποσβολωμένος. Και τα καλύτερα έπονται!

Εκεί ξαποστάσαμε αρκετά.
Η ομάδα συγκεντρώθηκε και οι οδηγίες που έδινε ο αρχηγός
ακούγονταν σαν Ευαγγέλιο.

Απέναντι ακριβώς, η Κακόσκαλα και ο Μύτικας. Κάποιοι ορειβάτες βρίσκονταν ήδη εκεί. Κόκκινα σημάδια στα βράχια σου έδιναν την πορεία που έπρεπε να ακολουθήσεις, εάν ήθελες να συνεχίσεις. Χρονικά θα βρίσκαμε τον Μύτικα μετά από περίπου μισή ώρα.
Ο αρχηγός ήταν σαφής: «εκείνος που νομίζει ότι δεν μπορεί να κάνει την διαδρομή, να μην την κάνει. Θα ήμαστε κοντά, αλλά από εδώ και πέρα θα είμαστε και μόνοι μας…». Μια ομάδα έφυγε για την κορυφή Σκολιό ( 2.912 μ.). Δεν θα ακολουθούσαν.













Αρκετά εύστοχες οι αναφορές για έναν επικίνδυνο Όλυμπο, ένα κακοτράχαλο Όλυμπο.

Αφήσαμε τα σακίδιά μας πίσω για να μην έχουμε επιπλέον βάρος και να μπορούμε να κινούμαστε πιο εύκολα. Οι πιο έμπειροι που θα κατέβαιναν από το Λούκι σηκώθηκαν και αρχίσαμε πάλι ο ένας πίσω από τον άλλο να ακολουθούμε.










Βράχια απότομα. Βράχια σαθρά. Βράχια χρωματισμένα με κόκκινη μπογιά να σου ψιθυρίζουν πού να πατήσεις. Βαθιές χαράδρες πότε δεξιά και πότε αριστερά.














Δεν ανεβαίνεις απλά, αναρριχείσαι. Κάτω από τα πόδια σου ένα μεγάλο απότομο βαθύ κενό. Το βλέμμα και μόνο προς τα κάτω σε κάνει να σκεφτείς καλύτερα τα πατήματά σου.

Δεν είναι ώρα για να κοιτάς κάτω όμως… Μπροστά κυριολεκτικά από τα μάτια μου ξεπετάγονται μέσα από τον βράχο, παρθένα λουλουδάκια.





Ένα μικρό δώρο για όλους εκείνους…











Και έπειτα από λίγο, ήμασταν πια εκεί. Στην κορφή.

Στον Μύτικα ( 2.918 μ.).

Και η μέρα φωτεινή και καθαρή, ούτε ένα απειλητικό σύννεφο.

Ένα μεγάλο δώρο για εμάς…

Τόση κούραση μα και άλλη τόση ευτυχία! Πραγματική ευτυχία.










Πόσο θα ήθελα πραγματικά να είχα φτερά, να τα άνοιγα και να πετούσα…
Να άφηνα τον εαυτό μου ελεύθερο σε μια πτώση και αυτό το αεράκι να με ταξίδευε μέχρι εκεί και ακόμα παραπέρα…
Ξάπλωσα στην άκρη, έβγαλα το καπέλο μου, έκλεισα τα μάτια… «ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ…»
ο ήλιος ζέσταινε το κορμί μου,

ο ιδρώτας στέγνωνε,

το αεράκι δρόσιζε την βαριά ανάσα.


Σκολιό, Καζάνια, Μύτικας, Ζωνάρια, Στεφάνι, Καταφύγιο Γιόσας Αποστολίδης Οροπέδιο των Μουσών, Προφήτης Ηλίας. Και όλη η γης κάτω από τα πόδια μας… μεγαλείο και γαλήνη…










Και όπως όλα τα καλά και τα ωραία, έτσι και αυτό έμελλε να τελειώσει. Χαιρετήσαμε τους παλιούς που θα κατέβαιναν από το Λούκι και εμείς ακολουθήσαμε και πάλι τα σημάδια για την επιστροφή.
Ήταν νωρίς ακόμη και έτσι, αφού ξαποστάσαμε και πάλι για λίγο στην κορυφή της Σκάλας, φορτωθήκαμε τα σακίδιά μας και αρχίσαμε να κατεβαίνουμε. Αυτή τη φορά φτάσαμε μέχρι ένα σημείο όπου μας δίνονταν η δυνατότητα να «κόψουμε» και να πάμε για τα Ζωνάρια.
Μονοπάτι παίρνω,

μονοπάτι αφήνω…

Τα πρώτα σύννεφα κάνουν την εμφάνισή τους.


Περνώντας κάτω από το Στεφάνι, μια ομάδα αναρριχητών…
Η επόμενη στάση μας ήταν στο καταφύγιο «Γιόσας Αποστολίδης».









Μια ζεστή σοκολάτα σε τονώνει ευχάριστα. Η ώρα κόντευε τέσσερις. Το αεράκι όλο και πιο δροσερό.

Ο θρόνος του Δία (πανόραμα) υπέροχος. Τα σύννεφα όμως μαζεύονται σιγά - σιγά. Η επιστροφή επιτακτική. Έχοντας το βλέμμα πλέον προς τα κάτω, το καταφύγιό μας μοιάζει με μινιατούρα! Μέσα στο κατακαλόκαιρο, τα χιόνια ακόμα εκεί... Είμαστε πολύ μικροί!










Έπειτα και από αρκετές στάσεις φτάσαμε στον προορισμό μας στις επτά το απόγευμα. Μια εξίσου υπέροχη επιστροφή.

Στον προαύλιο χώρο του καταφυγίου κόσμος πολύς. Ακολούθησαν ένα παγωμένο ντους και γλέντι του χορού, του τραγουδιού και του τραπεζιού. Τουμπερλέκι, φλογέρα, κιθάρα και φωνές, πολλές φωνές.

Ώρα 22:00, τα φώτα κλείνουν. Έχω ήδη κουρνιάσει μέσα στον υπνόσακό μου. Τα ματόκλαδα βαριά, κλείνουν…


τώρα, το μυαλό αρχίζει να ταξιδεύει,
κάνει το δικό του παιχνίδι,
σε όλα αυτά που οι αισθήσεις κατάφεραν να φυλακίσουν.
Και χωρίς καλά – καλά να το καταλάβω…


Ξημερώνοντας την τρίτη μέρα, Κυριακή, λόγια δεν υπάρχουν πια για να ειπωθούν. Μετά τη χθεσινή έντονη συναισθηματική φόρτιση, όλα καταλάγιασαν. Το σακίδιο γέμισε με τα πράγματά μας και πάλι. Σε μια ακρούλα, μια σακουλίτσα με το μαγιό περίμενε τη σειρά του. Ώρα επτά πρωϊνή, αναχωρήσαμε από το πολύ φιλόξενο καταφύγιο του "Σπήλιου Αγαπητού" με πρώτο προορισμό και στάση στα Πριόνια και έπειτα στην Πλάκα Λιτοχωρίου. Αντίστροφη μέτρηση λοιπόν.











Μια ομάδα "κατέβηκε" από τον Ενιπέα. Μια άλλη, επιβιβάστηκε στο λεωφορείο που περίμενε στα Πριόνια και έφτασε λίγο αργότερα στην παραλία της Πλάκας.
Αυτό ήταν και το σημείο συγκέντρωσης όλης της ομάδας.
Η θάλασσα αν και λίγο ταραγμένη, ήταν πολύ αναζωογονητική.
Ο Όλυμπος σήμερα δεν φαινόταν. Ήταν σκεπασμένος με σύννεφα.

Αναχωρήσαμε για την πόλη μας στις πέντε το απόγευμα... Σε δύο χρόνια η πανελλήνια ορειβατική συνάντηση θα πραγματοποιηθεί στον Όλυμπο.


Εις το επανιδείν!

9 σχόλια:

marilia είπε...

Όμορφο! :)

diavatis είπε...

marilia μου ευχαριστώ!
(σύντομα η συνέχεια)


την καλημέρα μου

roadartist είπε...

..η ευτυχία προσωποποιημένη.. πόσο φτωχοί είμαστε οι κάτοικοι στις πόλεις..

Μαριλένα είπε...

και μόνο η περιγραφή φτάνει για να μεταφερθείς αλλου..

σε φιλω΄και καλο βράδυ εύχομαι :))

diavatis είπε...

roadartist,

ακόμα και οι κάτοικοι των πόλεων μπορούν να τα απολαύσουν αυτά... αρκεί να αφιερώσεις λίγο χρόνο

την καλημέρα μου

diavatis είπε...

μαριλένα

η περιγραφή και η εικόνα είναι στοιχεία που μπορούν να σε μεταφέρουν πράγματι κάπου. Αν όμως μπορείς να πας και εσύ εκεί, θα είναι μια ολοκληρωμένη εμπειρία :))))


καλή σου μέρα από εμένα

ΔΙΟΝΥΣΟΣ είπε...

Ταξίδεψε μας κιάλλο.!

diavatis είπε...

dionysos

καλημέρα και καλώς ήρθες στο φτωχικό μου :)))

Kapetanios είπε...

"..Η ομάδα συγκεντρώθηκε και οι οδηγίες που έδινε ο αρχηγός
ακούγονταν σαν Ευαγγέλιο..."


Μάλιστα....
(που να σασταν και στην θάλασσα, και να χατε και τα δυο μικρά παιδιά μαζί σας! Τα 12 ευαγγέλια μαζί, έπρεπε να είναι οι εντολές...)
Καλησπέρα διαβάτη